και προσφεύγουν στα δικαστήρια για να ακυρώσουν τις κλήσεις για παραβάσεις του ΚΟΚ και να απαλλαγούν από τις αυστηρότατες κυρώσεις τους. Μάλιστα μετά από δικαστικό αγώνα ένας θεσσαλονικιός οδηγός, που είχε συλληφθεί να οδηγεί υπό την επήρεια οινοπνεύματος, κατόρθωσε να ακυρώσει τις βαρύτατες κυρώσεις προσφεύγοντας στο Διοικητικό Πρωτοδικείο, εκμεταλλευόμενος τα ψιλά γράμματα του νόμου, που δεν εφαρμόστηκαν στη δική του περίπτωση κατά τη βεβαίωση της παράβασής του, η οποία είχε βεβαιωθεί την τελευταία ημέρα του Αυγούστού. Ήταν 7.30 το πρωί, όταν ένα μπλόκο αστυνομικών του έκανε σινιάλο να σταματήσει το όχημά του στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Το μπλόκο ήταν στημένο στη διασταύρωση των οδών Βασιλέως Γεωργίου και Έδισσον και δύο αστυνομικοί διενεργούσαν ελέγχους αλκοτέστ.
Ο οδηγός βγήκε από το όχημα και φύσηξε δυνατά στη μηχανή του αλκοτέστ. Σε λίγα δευτερόλεπτα ο δείκτης του μηχανήματος πήγε στα κόκκινα δείχνοντας ότι η συγκέντρωση του οινοπνεύματος ήταν στα ανώτατα επίπεδα, 0,67 χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εμπνεόμενου αέρα.
Σε 15 λεπτά ο έλεγχος επαναλήφθηκε, αλλά το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το ίδίο. Οι δύο αστυνομικοί ακινητοποίησαν το όχημα, όπως ορίζει ο νόμος, και βεβαίωσαν την παράβαση δίνοντας κλήση στο οδηγό με πρόστιμο 1.200 ευρώ. Μάλιστα, επειδή δεν είχε μαζί του το δίπλωμα οδήγησης, το οποίο και έπρεπε να κατασχεθεί για 180 ημέρες, του έδωσαν προθεσμία τριών ημερών για να το παραδώσει στην τροχαία.
Όταν ο οδηγός πήγε στην τροχαία, διαπίστωσε πως η άδεια ικανότητάς του για οδήγηση θα του αφαιρεθεί για πέντε ολόκληρα χρόνια, καθώς είχε διαπράξει ανάλογο παράπτωμα και πριν δέκα μήνες.
Προσφυγή
Τότε ο οδηγός προσέφυγε στο Διοικητικό Εφετείο καθώς στην κλήση που του είχε επιδοθεί για τη βεβαίωση της παράβασης, αλλά και στο έγγραφο - πράξη αφαίρεσης του διπλώματός του για πέντε χρόνια δεν υπήρχε υπογραφή κάτω από τη θέση "ο ανακριτικός υπάλληλος".
Την υπόθεση εκδίκασε το τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης και με την απόφασή του δικαίωσε τον οδηγό, καθώς έκρινε ότι η βεβαίωση της παράβασης πάσχει από τυπική ακυρότητα και πρέπει να ακυρωθεί τόσο αυτή όσο και η πράξη αφαίρεσης της άδειας οδήγησης για χρονικό διάστημα πέντε ετών.
Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου μπορεί η βεβαίωση της παράβασης να έγινε παρουσία δύο αστυνομικών, αλλά ο ένας δεν ήταν ανακριτικός υπάλληλος, όπως ορίζει ο νόμος.
Μάλιστα το δικαστήριο έκρινε πως πρέπει να επιστραφεί στο οδηγό και το παράβολο που κατέθεσε για να δικαστεί η υπόθεσή του.
Αξίζει να υπογραμμισθεί ότι πολλοί οδηγοί προσφεύγουν στα ποινικά και διοικητικά δικαστήρια και κερδίζουν τις δικαστικές μάχες, όταν τα στοιχεία στις κλήσεις πού λαμβάνουν είναι λειψά ή λανθασμένα.
Οι κλήσεις που καταπίπτουν στα δικαστήρια
"Κάθε χρόνο είναι πολλοί οι οδηγοί οι οποίοι άδικα πληρώνουν κλήσεις που είναι άκυρες", λένε οι δικηγόροι και υποστηρίζουν ότι "μοναδική άμυνα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η προσφυγή στη δικαιοσύνη".
Για να θεωρηθεί έγκυρη μία κλήση, όπως επισημαίνει ανώτερος αξιωματικός της τροχαίας, πρέπει να αναγράφονται σωστά όλα τα στοιχεία του οχήματος, του οργάνου που βεβαιώνει την παράβαση, η διάταξη του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας που παραβιάζεται ή η πινακίδα σήμανσης, καθώς και ο ακριβής τόπος και χρόνος της παράβασης.
Όπως προκύπτει από τις εκατοντάδες αθωωτικές αποφάσεις των πταισματοδικείων, οι οδηγοί κατά κανόνα δικαιώνονται σε κλήσεις όπου δεν αναγράφονται με αδιαμφισβήτητο τρόπο τα πλήρη στοιχεία του οργάνου της υπηρεσίας και ο βαθμός του, ώστε να ελέγχεται αν έχει την αρμοδιότητα να βεβαιώνει την παράβαση, καθώς και η υπογραφή του οργάνου.
Ακόμη ακυρώνονται οι κλήσεις που αναγράφουν λανθασμένο αριθμό κυκλοφορίας του οχήματος, που δεν αναφέρουν σωστά το είδος (ΙΧ, φορτηγό) και τη μάρκα του αυτοκινήτου, που γράφουν λάθος χρώμα οχήματος.
Ακόμη υπάρχουν αθωωτικές αποφάσεις για παραβάσεις σε οδηγούς που δεν αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία τους και η κλήση δεν έφερε την υπογραφή του, έστω και με επιφύλαξη.
Πολύ συχνές είναι και οι αθωώσεις οδηγών που καλούνται να πληρώσουν κλήση για παράνομη είσοδο σε λεωφορειολωρίδα με μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο τη φωτογραφία από τις κάμερες της τροχαίας. Οι οδηγοί επικαλούνται στο σύνολο των αθωωτικών αποφάσεων ότι υποχρεώθηκαν να... παρανομήσουν για να αποφύγουν κάποιο ατύχημα ή ότι βρέθηκαν στις λεωφορειολωρίδες με υπόδειξη των τροχονόμων που προσπαθούσαν να λύσουν κυκλοφοριακά προβλήματα στην περιοχή και φωτογραφήθηκαν από τις κάμερες.
Στο δικαστήριο ακόμη καταφεύγουν οι οδηγοί για παράνομη στάθμευση, παραβίαση ορίου ταχύτητας, παραβάσεις κανονισμού λειτουργίας των ταξί (διπλή μίσθωση, υπερβολικό κόμιστρο ή άρνηση μίσθωσης) καθώς και για παραβάσεις οδηγών φορτηγών, όπως κλήσεις που κόβονται για υπέρβαρο ή αλλαγή χρήσης μεταφοράς προϊόντων. Όσοι όμως δεν έχουν την τύχη να δικαιωθούν θα αναγκαστούν να πληρώσουν εκτός από την κλήση και δικαστικά έξοδα και την αμοιβή δικηγόρου.
Δημοσιεύτηκε στις 16 Ιανουαρίου, 2011