Η Βουλευτής Πέλλας και Γραμματέας της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κ. Θεοδώρα Τζάκρη
κατά την τοποθέτησή της στην Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας
Τάξης και Δικαιοσύνης, επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης
«Κύρωση της από 10.9.2023 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Επείγουσες
διατάξεις για την αναστολή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης και τη μετάθεση της
ημερομηνίας ανακήρυξης συνδυασμών για τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές
της 8 ης Οκτωβρίου 2023 στην Περιφέρεια Θεσσαλίας» (Α’ 150)», ανέφερε ότι η
κακοκαιρία «Daniel», πέρα από τις ανυπολόγιστες καταστροφές σε δημόσιες
υποδομές, προκάλεσε μια μεγάλης εμβέλειας οικονομική και κοινωνική
καταστροφή που συνιστά μείζονα ανθρωπιστική κρίση που οδηγεί στην εφαρμογή
ενός πολυεπίπεδου Μακροχρόνιου Σχεδίου Οικονομικής, Περιβαλλοντικής και
Κοινωνικής Ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας που θα περιλαμβάνει αποκατάσταση
των αγροτικών εδαφών, αντιπλημμυρικά έργα, αποκατάσταση των υποδομών,
διαφύλαξη και αναβάθμιση του οικονομικού και κοινωνικού ιστού της Περιφέρειας.
Προς τούτο, υπογράμμισε το σημαντικό ρόλο της Περιφέρειας, που οφείλει να
συμβάλλει ενεργά στο σχεδιασμό των δράσεων ανασυγκρότησης και να
επικεντρωθεί στην διαχείριση των διαδικασιών διαβούλευσης των κοινωνικών και
οικονομικών εταίρων της περιοχής για την επόμενη ημέρα ώστε να αποτραπεί η
«εσωτερική μετανάστευση» ανθρώπινου δυναμικού.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας της κ. Τζάκρη:
«Ένα νέο Αναπτυξιακό Υπόδειγμα για την Ανασυγκρότηση της Περιφέρειας
Θεσσαλίας»
Η κακοκαιρία «Daniel», πέρα από τις ανυπολόγιστες καταστροφές σε
δημόσιες υποδομές, προκάλεσε μια μεγάλης εμβέλειας οικονομική και
κοινωνική καταστροφή που συνιστά μείζονα ανθρωπιστική κρίση. Η
ανθεκτικότητα της χώρας μας και η προσαρμογή του κράτους μας απέναντι
σε τέτοιες κρίσεις αποτελεί κορυφαία μεταρρυθμιστική προτεραιότητα και μέτρο αξιολόγησης της ποιότητας της διακυβέρνησης. Κανείς δεν μπορεί να
αγνοεί την -παγκόσμια πλέον- συζήτηση για τα συμμετοχικά υποδείγματα
διαχείρισης των νέων απειλών της κλιματικής κρίσης. Η αδράνεια απέναντι
στις νέες εστίες περιβαλλοντικής διακινδύνευσης μπορεί να αποβεί
απολύτως καταστροφική για την ασφάλεια των πολιτών, τη δημόσια υγεία,
τη λειτουργία των βασικών υποδομών, την απόδοση συγκεκριμένων τομέων
της οικονομίας (πρωτογενής τομέας, βιομηχανία, τουρισμός), καθώς και τη
διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Οι καταστροφές στη Θεσσαλία
επιβεβαιώνουν δραματικά τη διαπίστωση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ
ότι «το κλίμα μας καταρρέει πιο γρήγορα από την δυνατότητα μας να
διαχειριστούμε την κατάρρευσή του».
H πρόκληση της προσαρμογής συνιστά πρωτίστως ζήτημα κοινωνικής
δικαιοσύνης και συνοχής, καθώς ο βαθμός έκθεσης στους κλιματικούς
κινδύνους είναι άνισα κατανεμημένος αφενός λόγω της φυσικής αφετέρου
λόγω της κοινωνικής θέσης των πληττόμενων. Οι αδύναμες κοινωνικές
ομάδες και τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα είναι πολύ πιο
ευάλωτα στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, καθώς παράλληλα με τις
επιπτώσεις των υλικών καταστροφών (άμεσες προκλήσεις) αναμένεται να
εμφανισθούν και μεσοπρόθεσμες προκλήσεις (ανεργία, κοινωνικός
αποκλεισμός, ψυχική υγεία κλπ.) για την κοινωνική συνοχή της Θεσσαλίας.
Η οριζόντια αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης και των πλειστηριασμών
επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας φυσικών και νομικών προσώπων
είναι ένα αυτονόητο μέτρο ανακούφισης που σε καμία περίπτωση δεν αρκεί
για να ισοσκελίσει το μέγεθος της καταστροφής που υπέστησαν ήδη
καταχρεωμένες επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Το ζήτημα της διευθέτησης του
ιδιωτικού χρέους προβάλλει πιο πιεστικό από ποτέ και απαιτεί γενναίες όσο
και έξυπνες δράσεις αναδιάρθρωσης. Το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση
αυτή, που απηχεί τις καλές πρακτικές του εξωτερικού, είναι η ίδρυση ενός
Περιφερειακού Παρατηρητηρίου Πιστοληπτικής Ικανότητας για την
εκτίμηση του κοινωνικού αντίκτυπου της καταστροφής σε επιχειρήσεις και
νοικοκυριά, προκειμένου να προγραμματιστούν ιεραρχημένες δράσεις
δημόσιας στήριξης των πληγέντων.
Το “crash test” της Θεσσαλίας ανέδειξε τις σημαντικές προκλήσεις για μια
πιο αποτελεσματική και βιώσιμη διαχείριση κινδύνων και καταστροφών από
την πλευρά της οργανωμένης Πολιτείας. Η περίπτωση της Θεσσαλίας
προσφέρει μία μοναδική «στρατηγική ευκαιρία» α) αφενός να
απεγκλωβιστούν οι δημόσιες πολιτικές από το ισχύον μονοδιάστατο
πρότυπο περιφερειακής ανάπτυξης, με τη χαμηλή ποιότητα των
παραγωγικών και κοινωνικών επενδύσεων και αφετέρου β) να εισαχθούν
στον δημόσιο διάλογο νέα μοντέλα αναπτυξιακής ανασυγκρότησης των
περιοχών που πλήττονται από φυσικές καταστροφές με έντονο κοινωνικό
αντίκτυπο.
Η αναζωογόνηση της Περιφέρειας Θεσσαλίας επιβάλλει την άμεση
προώθηση ενός ολοκληρωμένου Υποδείγματος Δίκαιης Ανασυγκρότησης και Κοινωνικής Μετάβασης (Just Reconstruction and Social Transition
Paradigm). Για την εξειδίκευση του νέου Υποδείγματος απαιτείται η
εκπόνηση ενός πολυ-επίπεδου Μακροχρόνιου Σχεδίου Οικονομικής,
Περιβαλλοντικής και Κοινωνικής Ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας, το οποίο
θα προσαρμόζεται δυναμικά στις ανάγκες της θεσσαλικής οικονομίας,
χρησιμοποιώντας όλες τις σύγχρονες τεχνικές διοικητικής και κοινωνικής
καινοτομίας. Το Σχέδιο Ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας πρέπει να
επικεντρωθεί σε πέντε βασικούς Άξονες Παρέμβασης:
ΑΞΟΝΑΣ 1 - Αποκατάσταση των αγροτικών εδαφών και ανακατανομή των
δραστηριοτήτων, με κριτήριο τον εντοπισμό των «ευάλωτων σημείων».
ΑΞΟΝΑΣ 2 - Ενίσχυση της φυσικής προστασίας από καταστροφές, που θα
συνδυάζεται με τον τεκμηριωμένο προγραμματισμό των αντιπλημμυρικών
έργων.
ΑΞΟΝΑΣ 3 - Αποκατάσταση των υποδομών που αποδείχθηκαν ευάλωτες
και σχεδιασμός νέων (redesign), προσαρμοσμένων στις προκλήσεις της
κλιματικής αλλαγής.
ΑΞΟΝΑΣ 4 - Διαφύλαξη και αναβάθμιση του οικονομικού και κοινωνικού
ιστού της Περιφέρειας, με έμφαση στις κατηγορίες του πληθυσμού που θα
αντιμετωπίσουν κινδύνους φτώχειας, ανεργίας και κοινωνικού αποκλεισμού.
ΑΞΟΝΑΣ 5 – Εφαρμογή ενός νέου μοντέλου διοίκησης και συντονισμού των
δράσεων ανασυγκρότησης, με βάση τις αρχές της «πολυεπίπεδης
διακυβέρνησης» και τα σύγχρονα εργαλεία διαχείρισης κρίσεων.
Η περίπτωση της Θεσσαλίας αξίζει να προσεγγισθεί ως μία «ευκαιρία
κατωφλίου» (η κρίση ως ευκαιρία) για την εφαρμογή του νέου
Υποδείγματος. Η «επόμενη μέρα» δεν μπορεί να ταυτίζεται με την
επιστροφή στο παλιό αναπτυξιακό ή οργανωσιακό πρότυπο, εν είδει μιας
απλής «αποκατάστασης» των ζημιών και της επαναφοράς στην πρότερη
κατάσταση. Η Θεσσαλία πρέπει να γίνει το εργαστήριο των μεταρρυθμίσεων
του μέλλοντος σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό των υποδομών, την
αναδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής και τη διοίκηση των τοπικών
υποθέσεων.
Τα κυβερνητικά μέτρα αποκατάστασης ούτε εξαντλούν το φάσμα των
οφειλόμενων ενεργειών ούτε καλύπτουν τον χώρο της Αυτοδιοίκησης, που
οφείλει να συμβάλλει ενεργά στον σχεδιασμό των δράσεων
ανασυγκρότησης. Μεσοβραχυπρόθεσμα, ο ρόλος της Περιφέρειας πρέπει
να επικεντρωθεί στην ενορχήστρωση των διαδικασιών διαβούλευσης των
κοινωνικών και οικονομικών εταίρων της περιοχής για την «επόμενη
ημέρα» για την ανασύνταξη της οικονομίας της περιοχής, ώστε να
αποτραπεί η «εσωτερική μετανάστευση» ανθρώπινου δυναμικού. Το
πολυεπίπεδο Σχέδιο Ανασυγκρότησης θα αποτελέσει αντικείμενο μιας
ευρύτατης διαβούλευσης που θα κορυφωθεί σε μία «Συνέλευση για τη
Θεσσαλία» με τη συμμετοχή αρετών των ΟΤΑ των δύο βαθμών, των
βουλευτών, καθώς και των εκπροσώπων της οργανωμένης κοινωνίας και της
επιστημονικής κοινότητας.
Η επόμενη μέρα ως εντελώς νέα «δημόσια επιλογή» θα προκύψει από ένα
μείγμα α) στοχευμένων βελτιωτικών δράσεων στις υφιστάμενες υποδομές,
β) επίσπευσης εκκρεμουσών μεταρρυθμίσεων (Κτηματολόγιο, δασικοί
χάρτες, χρήσεις γης, Τοπικά Χωρικά Σχέδια σε επίπεδο Δήμων, αναθεώρηση
Περιφερειακού Σχεδίου), γ) ανάπτυξης τοπικών παρεμβάσεων που θα
ενσωματώνουν υποδείγματα Κοινωνικής Καινοτομίας και Τοπικής Ανάπτυξης
χωρίς Αποκλεισμούς, δ) προσφυγής σε δοκιμασμένες fast truck λύσεις
(μοντέλο 2004), όπως ιδίως:
ίδρυση ενός ευέλικτου Οργανισμού για τη Διαχείριση του
Προγράμματος Οικονομικής, Περιβαλλοντικής και Κοινωνικής
Ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας, σε ένα πλαίσιο συνεχούς
διαβούλευσης με τους τοπικούς φορείς
υιοθέτηση εξπρές διαδικασιών για μελέτες, αδειοδοτήσεις και
υλοποίηση έργων.
Ο «Οργανισμός Ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας» θα λογοδοτεί
φυσικά σε Κυβέρνηση και Αυτοδιοίκηση, κατά το πρότυπο της
«πολυεπίπεδης διακυβέρνησης», στο πλαίσιο μιας «εταιρικής
σχέσης» που θα αποτυπωθεί στη «μικτή σύνθεση» (εκπρόσωποι
Κυβέρνησης και Αυτοδιοίκησης) των οργάνων πολιτικής εποπτείας,
τα οποία θα επεξεργαστούν τις κεντρικές κατευθύνσεις για τον
σχεδιασμό των πολιτικών ανασυγκρότησης και τη σύνδεσή τους με
τις εθνικές προτεραιότητες (Κείμενο Κοινών Θέσεων ΕΝΠΕ–ΚΕΔΕ,
2018).»
Δημοσιεύτηκε στις 18 Οκτωβρίου, 2023