Pellanet

Ενημέρωθηκαν οι αγρότες Πέλλας για ενισχύσεις στις βαμβακοκαλλιέργειες

Με επιτυχία ολοκληρώθηκε η ημερίδα που διοργάνωσε την Κυριακή 12 Ιουνίου 2016 στα Γιαννιτσά η Υφυπουργός Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού κ. Θεοδώρα Τζάκρη με τίτλο «Ενίσχυση της βαμβακοκαλλιέργειας μέσω της σύνδεσης με την βιομηχανία» με ομιλητές την ίδια, τον κ. Ανδρέα Καλαντζή, γενικό Διευθυντή της ΕΒΕΤΑΜ Α.Ε., τον κ. Μ. Νταράουσε, Διευθυντή του Ελληνικού Ινστιτούτου Βάμβακος, τον κ. Απ. Δοντά, Πρόεδρο της Πανελλήνιας Ένωσης Εκκοκκισμών Ελλάδας, τον κ. Θ. Ασλανίδη, Γενικό Διευθυντή του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πλεκτικής και Ένδυσης Ελλάδας και τον κ. Στ. Λογοθετίδη, καθηγητή Νανοτεχνολογίας στο Α.Π.Θ. και πρόεδρο του Κέντρου Οργανικών και Εκτυπώσιμων Ηλεκτρονικών Ελλάδος, ενώ παρέμβαση στην ημερίδα έκανε και ο Δήμαρχος Πέλλας κ. Γρ. Στάμκος

Η κ. Θεοδώρα Τζάκρη ανοίγοντας τις εργασίες της ημερίδας ανέλυσε γιατί το βαμβάκι, ο «λευκός χρυσός» που έδωσε ταυτότητα στην ελληνική βιομηχανία της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης και καλλιεργείται σε τρεις μόνο χώρες της Ε.Ε., με την Ελλάδα να κατέχει το 80% του συνόλου της καλλιεργούμενης έκτασης, ενώ στην περιοχή των Γιαννιτσών καλλιεργείται για περισσότερα από 50 χρόνια, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες καλλιέργειες για την παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ενδυμάτων, αλλά και  για την παραγωγή ζωοτροφών και βαμβακέλαιου και έχει πολύ μεγάλη σημασία κυρίως για την Ελλάδα στην προσπάθειά της να είναι αυτάρκης.

«Με δεδομένο ότι το βαμβάκι αποτελεί τη βασική πρώτη ύλη για την εγχώρια βιομηχανία της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης, η οποία -παρά τη συρρίκνωσή της- εξακολουθεί να συνιστά έναν από τους πλέον σημαντικούς εξαγωγικούς κλάδους, γίνεται σαφές ότι η ενίσχυση της ποιότητας, της αξίας και της διεθνούς αναγνωρισιμότητας του ελληνικού βάμβακος μπορεί να στηρίξει τόσο την πρωτογενή, όσο και τη δευτερογενή παραγωγή της χώρας μας» ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Τζάκρη.

Στην συνέχεια η κ. υφυπουργός ανέφερε πως ενώ το Ελληνικό βαμβάκι μέχρι πρόσφατα θεωρείτο ένα από τα καλύτερα βαμβάκια διεθνώς, η εστίαση στην απόδοση όμως και ο μεγάλος αριθμός των ποικιλιών που χρησιμοποιούνται

οδήγησε σταδιακά σε υποβάθμιση της ποιότητάς του, ενώ παράλληλα η έλλειψη πιστοποίησης και σήμανσης του βαμβακιού με κάποιο διεθνώς αναγνωρίσιμο σήμα στερεί από το ελληνικό βαμβάκι μια υψηλή θέση στην παγκόσμια αγορά.

Το αισιόδοξο όμως είναι ότι παρατηρείται μία αξιόλογη προσπάθεια ανάκαμψης της ποιοτικής καλλιέργειας, με την επιχειρηματική κοινότητα να φαίνεται σήμερα πολύ πιο ώριμη, σε σχέση με το παρελθόν, για συνένωση δυνάμεων, συνεργασίες και συμπράξεις τόνισε η κ. Υφυπουργός και ανέφερε ότι  έχει συσταθεί ομάδα εργασίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού με στόχο τον προσδιορισμό δράσεων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της αλυσίδας αξίας του βάμβακος, με εκπροσώπους  της βαμβακοπαραγωγής και της μεταποίησης -από την εκκόκκιση, την κλωστοϋφαντουργία και την ένδυση- αλλά και εκπροσώπους  της Δημόσιας Διοίκησης, ερευνητικών φορέων και φορέων πιστοποίησης,  από την οποία  διαπιστώθηκαν τα εξής:

  • Στην βαμβακοκαλλιέργεια, υπάρχει σαφής τάση για μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και της παραγωγής σύσπορου βάμβακος, με ταυτόχρονη αναζήτηση εναλλακτικών καλλιεργειών. Η τάση αυτή προβλέπεται να συνεχιστεί, πλην όμως αποτελεί αδιαμφισβήτητη διαπίστωση ότι η καλλιέργεια του βάμβακος θα εξακολουθήσει να υφίσταται σε σημαντική κλίμακα, δεδομένων των επενδύσεων που ήδη έχουν γίνει, της τεχνογνωσίας που έχει αναπτυχθεί και της έλλειψης -ιδίως σε κάποιες περιοχές- ελκυστικότερων ρεαλιστικών εναλλακτικών επιλογών.
  • Αναμένεται να υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στο σημερινό μοντέλο της πρωτογενούς παραγωγής και των σχέσεων βαμβακοκαλλιεργητών - εκκοκκιστών. Προβλέπεται ότι η υιοθέτηση της συμβολαιακής γεωργίας θα είναι η πλέον ασφαλής και ρεαλιστική συνθήκη για μία βιώσιμη βαμβακοκαλλιέργεια.
  • Σημαντική επίσης θα είναι η δημιουργία ομάδων παραγωγών προκειμένου αφενός να επιτευχθούν οικονομίες κλίμακος και να μειωθούν τα κόστη παραγωγής και αφετέρου να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες για επιπλέον ενισχύσεις της καλλιέργειας.

Χρειάζεται να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες στήριξης και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων μέσα από συνδυασμούς παρεμβάσεων. Οι πλέον αναγκαίες είναι:

  • η μείωση των εισροών (δηλαδή της χρήσης του νερού, της ενέργειας και των χημικών) με ταυτόχρονη διατήρηση της παραγωγικότητας,
  • η εξασφάλιση πρόσβασης σε περισσότερο απαιτητικές αγορές εντός και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης με προϊόντα αξίας,
  • το φιλο-περιβαλλοντικό προφίλ,
  • η πρόσδοση ταυτότητας στα προϊόντα, η πιστοποίηση και η σήμανση.

«Σε αυτό το πλαίσιο το μη γενετικά μεταλλαγμένο ελληνικό βαμβάκι μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα των προϊόντων στις διεθνείς αγορές», είπε χαρακτηριστικά η κ. Τζάκρη.

Η κ. Τζάκρη ανέφερε επίσης ότι οι  προτεραιότητες για το επόμενο χρονικό διάστημα είναι η πιστοποίηση και η σήμανση του βαμβακιού, η εξωστρέφεια και η διεθνής ανταγωνιστικότητα, η έρευνα και η καινοτομία, καθώς επίσης και η ανάπτυξη και κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού, χωρίς την οποία τίποτα από τα προηγούμενα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.

Στην συνέχεια αναφέρθηκε στις δυνατότητες που δίνει η έναρξη του νέου Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης  για την στήριξη των παραγωγών βάμβακος τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, καθώς ο παραγωγός:

  • Μπορεί να συμμετάσχει παράλληλα σε πολλές ξεχωριστές αλλά συνδυαστικές μεταξύ τους δράσεις, μεγιστοποιώντας την ωφέλεια για τον ίδιο αλλά και στηρίζοντας την καλλιέργεια.
  • Μπορεί να ενισχυθεί για τα πάγια κόστη που απορρέουν από τη συμμετοχή του σε ένα σύστημα ποιότητας AGRO 2 ή ECOLABEL έως και 1300 ευρώ ετησίως για 5 έτη.

Παράλληλα, το μέτρο 4 του Προγράμματος δίνει τη δυνατότητα σε μεμονωμένους βαμβακοπαραγωγούς να κάνουν επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό των εκμεταλλεύσεών τους με προμήθεια παγίων και με επιδότηση 40-50 % επί της καθαρής αξίας έως 500.000 ευρώ. Εάν οι επενδύσεις γίνουν από συλλογικά σχήματα, η επιδότηση μπορεί να ανέλθει και στο 70% και οι συλλογικές επενδύσεις στα 2.000.000 ευρώ.

Στην συνέχεια η κ. Τζάκρη ανέφερε ότι οι ομάδες των βαμβακοπαραγωγών μπορούν να ενταχθούν σε ευρύτερα δίκτυα με σκοπό την παραγωγή προϊόντων προστιθέμενης αξίας με ποιότητα, πιστοποίηση και εξαγωγικό προσανατολισμό. Η ανάπτυξη δικτυώσεων μέσα στην αλυσίδα αξίας του βάμβακος ενισχύει τη δύναμη διαπραγμάτευσης μέσω της αύξησης του όγκου του προϊόντος, διευρύνει τον αριθμό των πιθανών αγοραστών, μειώνει το ανά παραγωγό κόστος των συλλογικών επενδύσεων, μειώνει επενδυτικά και λειτουργικά κόστη. Παράλληλα διευκολύνει την ανάπτυξη και μεταφορά εξειδικευμένης τεχνογνωσίας μέσα στα δίκτυα και ενισχύει συνολικά την ανταγωνιστικότητα του παραγωγικού συστήματος.

Η κ. Υφυπουργός έκλεισε την ομιλία της λέγοντας πως «σήμερα ξεκινά από εδώ, από τα Γιαννιτσά, αυτή η πρωτοβουλία για τη σύσταση ομάδων παραγωγών και τη δημιουργία δικτυώσεων και σας καλώ να αξιοποιήσετε αυτές τις ευκαιρίες.

Τα αναμενόμενα οφέλη από τη δημιουργία των δικτυώσεων είναι σημαντικά για όλους τους συντελεστές στο σύνολο της αλυσίδας αξίας. Αυξημένη προστιθέμενη αξία, ποιότητα, πιστοποίηση και σήμανση σημαίνει υψηλότερες τιμές των προϊόντων μας στις διεθνείς αγορές και καλύτερες τιμές για όλα τα

ενδιάμεσα προϊόντα. Καλύτερες τιμές για τα νήματα, καλύτερες τιμές για το εκκοκκισμένο βαμβάκι και προφανώς καλύτερες τιμές για το βαμβάκι που καλλιεργεί και παραδίδει ο βαμβακοπαραγωγός στο εκκοκκιστήριο.

Αρκεί να λειτουργήσει σωστά και αποτελεσματικά η δικτύωση, η συνένωση δυνάμεων, ο συνδυασμός των παραγωγικών δυνατοτήτων και η εστίαση στα ειδικά και απαιτητικά τμήματα της παγκόσμιας αγοράς. Ο ανταγωνισμός μας είναι εκεί έξω, στις παγκόσμιες αγορές. Όχι μεταξύ μας. Όχι μεταξύ των παραγωγικών συντελεστών.

Γι’ αυτό υπάρχει και η ανάγκη της δικτύωσης. Οι στοχεύσεις του δικτύου θα είναι:

  • αφενός οι οικονομίες κλίμακος, οι εσωτερικές συνέργειες και η μείωση του κόστους παραγωγής και
  • αφετέρου η εξωστρέφεια, η ανταγωνιστικότητα, η ποιότητα και η διεθνής αναγνωρισιμότητα και καταξίωση του ελληνικού βαμβακιού και των προϊόντων του μέσα από την ποιότητα, την πιστοποίηση και τη σήμανση.

Οι περισσότεροι από εσάς γνωρίζετε ότι το σήμα Better Cotton έχει διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση στις διεθνείς αγορές. Αυτό το σήμα σύντομα θα αντιπροσωπεύεται και θα προσφέρεται και στην Ελλάδα.

Το Μade in EU from Greek Cotton μπορεί να αποτελέσει τη φιλοσοφία και τον κεντρικό στρατηγικό στόχο του Δικτύου που θα δημιουργηθεί, προκειμένου, έστω και με καθυστέρηση, το ελληνικό βαμβάκι να ανακτήσει τη χαμένη του αίγλη στην παγκόσμια αγορά».

Ο κ. Ανδρέας Καλαντζής, Γενικός Διευθυντής της ΕΒΕΤΑΜ Α.Ε., στην εισήγησή του με θέμα «Το βαμβάκι ως αγροτικό προϊόν και βιομηχανική α΄ ύλη –
Δυνατότητες για αύξηση της προστιθέμενης αξίας στην παραγωγική αλυσίδα»
αναφέρθηκε καταρχήν στην διττή αξία του βαμβακιού ως αγροτικό προϊόν και ως α’ ύλη για την βιομηχανία και τόνισε ότι η ενίσχυση της ποιότητας, της αξίας και της διεθνούς αναγνωρισιμότητας του ελληνικού βάμβακος μπορεί να στηρίξει τόσο την πρωτογενή όσο και την δευτερογενή παραγωγή της χώρας μας. Αναφέρθηκε στα προϊόντα που προκύπτουν από την κατεργασία του βάμβακος και έκανε μια αναφορά στην παραγωγική αλυσίδα του βαμβακιού από την παραγωγή του έως την πώληση των βαμβακερών ειδών ένδυσης στην αγορά.

Στη συνέχεια ανέφερε πως η διαθεσιμότητα των α΄ υλών αναδεικνύεται σε βασικό ζητούμενο και ουσιαστικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε όλους τους κλάδους της βιομηχανίας, μεταξύ των οποίων και στην κλωστοϋφαντουργία και τόνισε ότι η  βιωσιμότητα των α΄ υλών για την κλωστοϋφαντουργία με τη χρήση εναλλακτικών φυσικών ινών, βιοπολυμερών και ανακυκλωμένων υλικών, έχει αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Τεχνολογική Πλατφόρμα για την Κλωστοϋφαντουργία και την ένδυση ως 1 από τις 7  “Textile Flagships for Europe”.

Ανέφερε δε ότι στις σημερινές συνθήκες του παγκόσμιου ανταγωνισμού των βιομηχανικών χωρών για εξασφάλιση πρώτων υλών, η στήριξη του βαμβακιού είναι απολύτως απαραίτητη, με δεδομένο μάλιστα ότι η παραγωγή του ενισχύεται από την Ε.Ε.

Ως προτεραιότητες για τη στήριξη του βαμβακιού ανέφερε:

  • Την συνεχή βελτίωση της απόδοσης και της ποιότητας των καλλιεργούμενων ποικιλιών βάμβακος.
  • Τις βελτιώσεις στις καλλιεργητικές τεχνικές, την εξοικονόμηση νερού και την μείωση των εισροών.
  • Την αξιοποίηση των υποπροϊόντων της εκκόκκισης του βάμβακος (όπως η βαμβακόπιτα, ως εξαιρετικά πλούσια ζωοτροφή).
  • Την εφαρμογή συμβολαίων καλλιέργειας, την ενδυνάμωση των σχέσεων και την δικτύωση των παραγωγικών συντελεστών του κλάδου.
  • Την αντιμετώπιση των συνεπειών των επερχόμενων κλιματικών αλλαγών και στην καλλιέργεια του βαμβακιού, όπως π.χ. προσβολές από εντομολογικούς εχθρούς και άλλες ασθένειες.
  • Την ανάδειξη της εξαιρετικής ποιότητας του ελληνικού βαμβακιού.
  • Την πιστοποίηση και την σήμανση.
  • Την αξιοποίηση της τεχνολογίας.
  • Την στόχευση στα υψηλών απαιτήσεων ειδικά τμήματα της παγκόσμιας αγοράς.

Ο κ. Καλαντζής έκλεισε την ομιλία του λέγοντας ότι η παραγωγική αλυσίδα: βαμβακοκαλλιέργεια - κλωστοϋφαντουργία - ένδυση αποτελεί πλέον προτεραιότητα στη βιομηχανική πολιτική της χώρας και στηρίζεται από την Ελληνική Κυβέρνηση, χρηματοδοτείται η στρατηγική της έξυπνης εξειδίκευσης, η συγκρότηση δικτυώσεων και η δημιουργία αλυσίδων αξίας και ότι η παγκόσμια ζήτηση για βαμβάκι και προϊόντα αξίας, με πιστοποίηση, σήμανση και φιλοπεριβαλλοντικό προφίλ αυξάνεται εις βάρος των χαμηλής ποιότητας και αξίας.

Ο κ. Νταράουσε, Διευθυντής του Ελληνικού Ινστιτούτου Βάμβακος, στην εισήγησή του με θέμα «Μέτρο 9: Σύσταση Ομάδων Παραγωγών, σημασία τους για την ποιότητα – ανταγωνιστικότητα του προϊόντος» ανέφερε ότι για να κατανοήσουμε τα οφέλη του Μέτρου 9 (Σύσταση Ομάδων – Οργανώσεων Παραγωγών) πρέπει να περιγράψουμε τις αδυναμίες του σημερινού συστήματος παραγωγής - διάθεσης. Τόνισε ότι «όλοι έχουμε αντιληφθεί ότι το σημερινό καθεστώς δεν είναι βιώσιμο, καθώς παρατηρείται σταδιακή μείωση της καλλιέργειας (20-30% φέτος). Οι βασικοί λόγοι είναι δυο: α) το υψηλό κόστος παραγωγής και β) η υποβάθμιση της ποιότητας - αδυναμία στην τυποποίηση - χαμηλή ανταγωνιστικότητα - χαμηλή αξία χρήσης».

Αναφέρθηκε επίσης στην έλλειψη οργάνωσης - συνεργασίας (λειτουργούμε ατομικά όπως ανέφερε), στην έλλειψη στόχευσης στην παραγωγή (έλλειψη σχεδίου) -δεν γνωρίζουμε για ποιόν παράγουμε- και στην αδυναμία παραγωγής ποιοτικού προϊόντος με σταθερή ποσότητα και ποιότητα για την αγορά.

Όπως τόνισε ο κ. Νταράουσε, όταν παράγουμε μεμονωμένα:

  • Δεν μπορούμε να παράγουμε την απαιτούμενη ποσότητα - ποιότητα για την αγορά, δηλαδή παρατηρείται αδυναμία προσαρμογής της παραγωγής στις απαιτήσεις της αγοράς.
  • Δεν μπορούμε να μειώσουμε το κόστος κάτω από μια οροφή, λόγω μη ορθολογικής χρήσης επενδυτικών κεφαλαίων, γεωργικού εξοπλισμού, υποδομών κτλ.
  • Δεν έχουμε δύναμη διαπραγμάτευσης στην αγορά εφοδίων.
  • Δεν μπορούμε να έχουμε στόχευση (σχέδιο), δεν γνωρίζουμε για ποιόν παράγουμε, δεν μπορούμε παράγουμε προϊόν ταυτότητας (Brand Cotton) .
  • Δεν μπορούμε να αξιοποιούμε ευκαιρίες στην αγορά (π.χ. FIBL-Organic Cotton), διότι παράγουμε μικρές ποσότητες.

Το συμπέρασμα είναι λοιπόν ότι το σημερινό μοντέλο παραγωγής είναι αδιέξοδο και δεν προσφέρει λύσεις, επομένως απαιτείται ένα νέο μοντέλο παραγωγής.

Η λύση των παραπάνω προβλημάτων έχει ένα κοινό παρανομαστή: τα συλλογικά  σχήματα  παραγωγής (ομάδες παραγωγών), τα οποία όμως μέχρι σήμερα δεν ήταν θεσμοθετημένα και χωρίς κίνητρα. Σήμερα με το Μέτρο 9 «Σύσταση Ομάδων - Οργανώσεων Παραγωγών», διαμορφώνεται μια νέα θεσμοθετημένη προοπτική με κίνητρα. Επομένως, το παραπάνω μέτρο αποτελεί  καλή ευκαιρία  για  να υιοθετήσουμε νέο μοντέλο στην οργάνωση - παραγωγή - διάθεση του προϊόντος, για μείωση του κόστους και βελτίωση της ποιότητας.

Δικαιούχοι είναι νέες ομάδες και οργανώσεις παραγωγών, οι οποίες αναγνωρίζονται επίσημα από την αρμόδια αρχή του Κράτους - Μέλους. Περιορίζεται σε ομάδες και οργανώσεις παραγωγών που ανήκουν στην κατηγορία των Πολύ Μικρών, Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων (ΜΜΕ), όπως αυτές ορίζονται στη σύσταση της Επιτροπής (2003/361/ΕΚ). Οι ομάδες παραγωγών φυτικής παραγωγής πρέπει να έχουν ελάχιστο αριθμό μελών, τους 10 παραγωγούς.

Η στήριξη καταβάλλεται σε ετήσια βάση στους δικαιούχους, αποτελεί ποσοστό επί της ετήσιας εμπορεύσιμης αξίας των προϊόντων της ομάδας ή της οργάνωσης και βαίνει φθίνουσα, ως ακολούθως: 10%,  8%, 6%, 4% και 2% ως ποσοστό της αξίας παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο κατά το 1ο,

2ο, 3ο, 4ο και 5ο έτος αντίστοιχα, μετά την αναγνώριση. Το ανώτατο ποσό ενίσχυσης ανέρχεται σε 100.000 ευρώ ανά έτος.

Ο κ. Απ. Δοντάς, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Εκκοκκισμών Ελλάδας, στην εισήγησή του έκανε καταρχήν μια ιστορική αναδρομή στον κύκλο της παραγωγής και της κατεργασίας του βάμβακος και τόνισε την σημασία της αλυσίδας αξίας για τα στάδια της μεταποίησης, την απασχόληση, τις εξαγωγές και τα έσοδα.

Στην συνέχεια αναφέρθηκε εκτενώς στις στρατηγικές ανάπτυξης του προϊόντος, καθώς και στην μείωση του κόστους παραγωγής (νερό, εφόδια κλπ). Τόνισε την σημασία των Ομάδων Παραγωγών, καθώς και της συμβολαιακής και ολοκληρωμένης παραγωγής. Ιδιαίτερα αναφέρθηκε στην προστιθέμενη αξία που θα προκύψει από την παραγωγή ειδικών ποικιλιών βάμβακος, την τυποποίηση και τις πιστοποιήσεις.

Αναφέρθηκε επίσης στην θέση του ελληνικού βαμβακιού στην αγορά, στα προτερήματα, αλλά και στις αδυναμίες που παρουσιάζει. Τόνισε ότι οι εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από βαμβάκι στην Ευρώπη ανέρχονται σε 1.800.000 τόνους, ενώ η παραγωγή βάμβακος στην Ευρώπη είναι μόλις 260.000 τόνοι ετησίως.

Κλείνοντας την ομιλία του ο κ. Δοντάς αναφέρθηκε στην ανάγκη για άνοιγμα του κοινωνικού διαλόγου για την ανάπτυξη με σκοπό την παραγωγή πλούτου και όχι την διαχείριση της φτώχειας.

Ο κ. Θ. Ασλανίδης, Γενικός Διευθυντής του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πλεκτικής και Ένδυσης Ελλάδας στην εισήγησή του με τίτλο «Ελληνικό βαμβάκι: Η βάση για την παραγωγή και εξαγωγή ποιοτικών ενδυμάτων» πραγματοποίησε μια ιστορική αναδρομή στον κλάδο αναφέροντας ότι: η ανάπτυξη του κλάδου Ε/Κ στην Ελλάδα ξεκίνησε από τα τέλη της δεκαετίας του ’40, η περίοδος 1975-1995 ήταν η καλύτερη για την  Ε/Κ, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 ο κλάδος Ε/Κ ήταν ο σημαντικότερος βιομηχανικός κλάδος στην Ελλάδα με 220.000 εργαζόμενους  (20% της απασχόλησης) και 2,5 δις € εξαγωγές (25% των εξαγωγών) και ότι στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 η Κεντρική Μακεδονία και η περιοχή της Θεσσαλονίκης ήταν το σημαντικότερο κέντρο Ε/Κ στην νοτιοανατολική Ευρώπη.

Οι κυριότεροι παράγοντες ανάπτυξης του κλάδου ήταν η αφθονία βαμβακιού υψηλής ποιότητας, η ανάπτυξη μιας πλήρως καθετοποιημένης αλυσίδας βαμβακερών προϊόντων (παραγωγή βαμβακιού - εκκόκκιση - νηματοποίηση - παραγωγή υφασμάτων - βαφή - φινίρισμα - παραγωγή ενδυμάτων), το χαμηλό εργατικό κόστος, η υψηλή επιχειρηματικότητα και οι εξαγωγές.

Στη συνέχεια ο κ. Ασλανίδης ανέφερε ότι ο κλάδος ακολούθησε φθίνουσα πορεία μεταξύ των ετών 2000-2015 και τόνισε ότι οι κυριότερες εξωγενείς αιτίες γι’ αυτό εντοπίζονται στην απελευθέρωση των ποσοτικών περιορισμών, στον ανταγωνισμό από την Κίνα και τις ασιατικές χώρες χαμηλού κόστους, στην ανάπτυξη της Τουρκίας, στην διεθνή οικονομική κρίση, στην στασιμότητα κατανάλωσης ενδυμάτων στην Ευρώπη και στην ισοτιμία €/$,

ενώ ως ενδογενείς αιτίες ανέφερε την αύξηση του κόστους εργασίας και ενέργειας, την μεταφορά επενδύσεων σε άλλους πιο κερδοφόρους τομείς όπως οι κατασκευές, ο τουρισμός και η ενέργεια και την οικονομική κρίση στην Ελλάδα από το 2009 και μετά.

Ο κ. Ασλανίδης ανέφερε ότι την περίοδο 1995 - 2015 πολλές επιχειρήσεις έκλεισαν και χάθηκαν χιλιάδες θέσεις απασχόλησης, αδυνάτησε η αλυσίδα Ε/Κ, ιδιαίτερα ο τομέας της ύφανσης, ενισχύθηκε η μεταφορά παραγωγικών δραστηριοτήτων στις γειτονικές χώρες φθηνού κόστους (Βουλγαρία, FYROM, Αλβανία, Τουρκία, Ρουμανία), επιταχύνθηκε όμως η αναδιοργάνωση των επιχειρήσεων, αναβαθμίστηκε η ποιότητα των προϊόντων και η στρατηγική των επιχειρήσεων σε προϊόντα μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας (design-ποιότητα-service), ενισχύθηκαν οι επώνυμες εξαγωγές.

Τόνισε δε ότι ο κλάδος Ε/Κ σήμερα παραμένει ένας από τους 3 πιο σημαντικούς βιομηχανικούς κλάδους στην Ελλάδα και σύμφωνα με στοιχεία του 2015 στην Ελληνική βιομηχανία Ε/Κ δραστηριοποιούνται 2.100 επιχειρήσεις (παραγωγικές), απασχολούνται 113.000 εργαζόμενοι (25.000 στην παραγωγή, 28.000 στο εμπόριο και 60.000 αγρότες), ο κύκλος εργασιών του κλάδου ανέρχεται σε 3,0 δις €, οι εξαγωγές σε 1,3 δις € και οι λιανικές πωλήσεις στην ελληνική αγορά σε 4,3 δις €.

Η γεωγραφική συγκέντρωση του κλάδου δε εντοπίζεται στην Θεσσαλονίκη, με το 45% των επιχειρήσεων, το 51% του κύκλου εργασιών και το 80% των εξαγωγών και στην Αθήνα, με το 35% των επιχειρήσεων, το 40% του κύκλου εργασιών, το 10% των εξαγωγών και το 50% των λιανικών πωλήσεων.

Όσον αφορά το βαμβάκι και τις εξαγωγές ενδυμάτων ο κ. Ασλανίδης ανέφερε ότι: το βαμβάκι εξακολουθεί να αποτελεί την βασική πρώτη ύλη των εξαγόμενων ελληνικών ενδυμάτων, η προσπάθεια αναβάθμισης των ελληνικών ενδυμάτων προϋποθέτει την χρήση καλύτερης πρώτης ύλης και ότι η πιστοποίηση του ελληνικού βαμβακιού θα συμβάλει στην αναβάθμιση της εικόνας του τελικού προϊόντος και θα βελτιώσει την προστιθέμενη αξία των ελληνικών ενδυμάτων.

Κλείνοντας την εισήγησή του ο κ. Ασλανίδης τόνισε ότι:

  • Ο κλάδος Ε/Κ εξακολουθεί να αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους μεταποιητικούς κλάδους της χώρας μας παρ’ όλες τις απώλειες.
  •  Η Κεντρική Μακεδονία αποτελεί την σημαντικότερη περιοχή συγκέντρωσης επιχειρήσεων, εργαζομένων και εξαγωγών του κλάδου.
  • Η αύξηση των εξαγωγών αποτελεί μονόδρομο για τις επιχειρήσεις και την χώρα μας.
  • Απαιτείται συνολική προσπάθεια και συνεργασία όλης της αλυσίδας Ε/Κ για να επιτευχθεί ο κοινός στόχος της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας και της αύξησης των εξαγωγών των ελληνικών προϊόντων Ε/Κ.
  • Η συνεργασία, η δικτύωση και ο αγώνας προς τον κοινό στόχο θα πρέπει να αποτελέσουν το όραμα όλων των παραγόντων της αλυσίδας.

Ο κ. Λογοθετίδης, καθηγητής Νανοτεχνολογίας στο Α.Π.Θ. και πρόεδρος του Κέντρου Οργανικών και Εκτυπώσιμων Ηλεκτρονικών Ελλάδος, στην εισήγησή του με θέμα «Νανοτεχνολογία & Οργανικά Ηλεκτρονικά στην Κλωστοϋφαντουργία» αναφέρθηκε εκτενώς στις εφαρμογές της νανοτεχνολογίας στην κλωστοϋφαντουργία.

Όπως ανέφερε, η νανοτεχνολογία στην γεωργία συνεισφέρει στην βελτίωση των φυτών, στην εξέλιξη των γεωργικών φαρμάκων, στην βελτίωση των λιπασμάτων και στην ακριβή ανίχνευση των ασθενειών των φυτών.

Αναφέρθηκε επίσης στις τεχνικές της νανοτεχνολογίας στον τομέα της ένδυσης και της μόδας, όπως τα υπέρ-υδρόφοβα βαμβακερά ρούχα που δεν λερώνονται, η παραγωγή ενέργειας από τα ρούχα κλπ.

Με το πέρας των εισηγήσεων ακολούθησε εποικοδομητικός διάλογος με τους παριστάμενους αγρότες αναφορικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η παραγωγή βάμβακος, αλλά και με τις μελλοντικές προοπτικές της.

Δημοσιεύτηκε στις 13 Ιουνίου, 2016


Σχόλια


pellanet facebook