Οι γυναίκες που τους δίνονται συγκεκριμένες συστάσεις σχετικά με τη διατροφή και την άσκηση είχαν κατά 30% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από σχετικές με το διαβήτη αιτίες, συγκριτικά με εκείνες που έλαβαν τη συνηθισμένη φροντίδα, σύμφωνα με τα δεδομένα που ανέλυσαν Δανοί ερευνητές. Όταν όμως οι ίδιες προσωποποιημένες συμβουλές δόθηκαν σε άντρες δεν είχαν καμία επίδραση στα ποσοστά θνησιμότητας.Η δρ Marlene Krag, από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης ανέφερε πως η δομημένη προσωποποιημένη φροντίδα για το διαβήτη θα μπορούσε να προσφέρει στις γυναίκες σημαντική προσοχή και υποστήριξη – βοηθώντας τες έτσι να μείνουν σταθερές στο θεραπευτικό τους πρόγραμμα.Οι γυναίκες αποδέχονται την ασθένεια και εφαρμόζουν πιο εύκολα τις ιατρικές οδηγίες, κάτι που μπορεί να επηρεάσει τη μακροπρόθεσμη έκβαση, εξηγεί η ειδικός.Από την άλλη πλευρά, ο διαβήτης είναι πιο πιθανό να αποβεί μοιραίος στους άντρες επειδή τους είναι πιο δύσκολο, συχνά λόγω νοοτροπίας, να ακολουθούν τα θεραπευτικά τους προγράμματα.
Τι συμβαίνει στους άντρες και γιατί δεν ακολουθούν τις συγκεκριμένη δίαιτα:
Για τους άντρες το θέμα έχει να κάνει σε ένα βαθμό με την ίδια της φύση του φύλου τους. Ουσιαστικά, η δομημένη προσέγγιση μιας προσωποποιημένης φροντίδας για το διαβήτη είναι ενάντια στην τάση των αντρών να εμπιστεύονται αυτά που έχουν μάθει και να δυσκολεύονται να συγκρατούν ή να διαχειριστούν τον εαυτό τους.Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση Diabetologia, εκτίμησε την επίδραση μιας δοκιμής που έγινε στη Δανία η οποία πρόσφερε προσωποποιημένη θεραπεία που συμπεριλάμβανε διατροφή και άσκηση σε ασθενείς για το χρονικό διάστημα από το 1989 έως και το 1995.Οι γιατροί ενθαρρύνονταν σε αυτή την περίπτωση να τονίζουν τη σημασία της διατροφής και της φυσικής δραστηριότητας, να καθυστερούν τη χρήση φαρμάκων για το διαβήτη μέχρι να μπορούν να εκτιμήσουν την επίδραση των δύο παραπάνω αλλαγών στην καθημερινότητα των ασθενών τους και να δίνουν στον κάθε έναν προσωπικούς στόχους που θα τους αξιολογούν ανά τρίμηνο.Οι ασθενείς της ομάδας ελέγχου ήταν ελεύθεροι να επιλέξουν κάποια θεραπεία και να την αλλάξουν με τον καιρό, όπως θα συνέβαινε φυσιολογικά. Μετά από έξι χρόνια προσωποποιημένης θεραπείας, δεν φάνηκε καμία επίδραση στη θνησιμότητα και άλλες αναμενόμενες μη θανατηφόρες συνέπειες.
Στους ασθενείς που ακολουθούσαν προσωποποιημένη, δομημένη θεραπεία, υπήρχε μία διαφορά στο τέλος της δοκιμής – οι γυναίκες είχαν χαμηλότερα επίπεδα σακχάρου.
Τα αποτελέσματα της έρευνας:
Στην τελευταία μελέτη, οι συγγραφείς παρακολούθησαν τους συμμετέχοντες της αρχικής μελέτης για 13 χρόνια μέχρι το 2008.Από τους 970 ασθενείς των αρχικών 1.381 που επιβίωσαν, εξετάστηκαν ξανά 478 γυναίκες και 492 άντρες.Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι γυναίκες που είχαν ακολουθήσει προσωπικά πλάνα θεραπείας ήταν κατά 26% λιγότερο πιθανό να πεθάνουν από οποιαδήποτε αιτία και 30% λιγότερο πιθανό να πεθάνουν από αιτία σχετιζόμενη με το διαβήτη, συγκριτικά με τις γυναίκες που είχαν λάβει τη συνηθισμένη μορφή θεραπείας.Είχαν επίσης κατά 41% λιγότερες πιθανότητες να πάθουν εγκεφαλικό και 35% λιγότερο πιθανό να οδηγηθούν σε μία από τις σοβαρές συνέπειες του διαβήτη όπως η τύφλωση ή ο ακρωτηριασμός.Παρότι καμία από τις παραπάνω διαφορές δεν παρατηρήθηκε στους άντρες που δέχτηκαν προσωποποιημένη φροντίδα, τελικά οι διαφορές στα ποσοστά θνησιμότητας μεταξύ των δύο φύλων είχαν μόνο στατιστική σημασία για τη γενική θνησιμότητα και τους σχετιζόμενους με το διαβήτη θανάτους.Όπως κατέληξαν οι συγγραφείς της μελέτης, θεωρούμε πως τα βελτιωμένα αποτελέσματα στις γυναίκες μπορεί να οφείλονται σε σύνθετους κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες που σχετίζονται με το φύλο.Και πρόσθεσαν πως θα πρέπει να αναθεωρηθεί ο τρόπος παροχής της ιατρικής φροντίδας σε άντρες και γυναίκες ώστε και τα δύο φύλα να μπορούν να επωφεληθούν από την εντατικοποιημένη προσπάθεια θεραπείας.
Δημοσιεύτηκε στις 18 Μαΐου, 2016