Κανείς δεν γνωρίζει πόσο θα κοστίσει η ενσωμάτωση εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων στη Γερμανία. Η μάχη για την χρηματοδότησή τους έχει ήδη αρχίσει. Ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν επιθυμεί να δανειστεί χρήματα, ούτε να αυξήσει τους φόρους, αλλά η προσέγγισή του ενδέχεται να είναι λανθασμένη, γράφει το Spiegel.
Ο Σόιμπλε επιθυμεί να διατηρήσει ισοσκελισμένο τον προϋπολογισμό ως το 2020. Αυτό θα είναι εύκολο το 2016 και το 2017. Το 2015 έκλεισε με πλεόνασμα γύρω στα 12 δισ. ευρώ, ενώ το 2014 ήταν ισοσκελισμένος. Με το πλεόνασμα του 2015, η κυβέρνηση σχεδιάζει να χρηματοδοτήσει το κόστος των προσφύγων την επόμενη διετία.
Ύστερα τα πράγματα δυσκολεύουν. Το δημοσιονομικό βάρος των προσφύγων αναμένεται να αυξάνει κάθε χρόνο. Πώς θα καλυφθεί; Ο Σόιμπλε φιλοδοξεί να βουλώσει τις τρύπες του προϋπολογισμού που θα προκύψουν από μη προβλεπόμενα έξοδα εν μέρει μέσω της αύξησης των φορολογικών εσόδων που αναμένεται λόγω των καλών επιδόσεων της οικονομίας και εν μέρει μέσω περικοπών στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό.
Οι επικριτές του υποστηρίζουν ότι οι δαπάνες για την ενσωμάτωση των προσφύγων πρέπει να θεωρηθούν ως επένδυση στο μέλλον της χώρας.
Η πολιτική συζήτηση για την διαχείριση της πολιτικής κρίσης μετατρέπεται σε μάχη για το κόστος των προσφύγων. Οι αποκλίσεις στους υπολογισμούς που κάνει κάθε πλευρά είναι μεγάλες αλλά οι υπολογισμοί είναι όλοι αυθαίρετοι: κανείς δεν γνωρίζει πόσοι πρόσφυγες θα εγκατασταθούν τελικά στη Γερμανία.
Αξιόπιστα στοιχεία δεν υπάρχουν ούτε καν για το πόσοι πρόσφυγες βρίσκονται σήμερα στη χώρα. Η κυβέρνηση γνωρίζει πόσοι μπήκαν στη Γερμανία, όχι πόσοι παρέμειναν τελικά εκεί. Πιθανότατα πολύ λιγότεροι από τους ένα 1,1 εκατ. που μπήκαν το 2015.
Όσο για το κόστος, τα ποσά ακούγονται υψηλά αλλά πρέπει να εξεταστούν στο σύνολο της εύρωστης οικονομίας της Γερμανίας. Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι το 2016 το κόστος των προσφύγων θα ανέλθει μόλις στο 0,35% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας που ξεπερνά τα 3 τρισ. ευρώ, ήτοι γύρω στα 11 δισ.
Όποιο και αν είναι το ύψος του κόστους όμως, πρέπει να αντιμετωπιστεί ως δαπάνη ή ως επένδυση; Το Spiegel τάσσεται υπέρ του δεύτερου. Οι πρόσφυγες φθάνουν στη Γερμανία την καλύτερη στιγμή. Η οικονομία είναι υγιής και η αγορά εργασίας εύρωστη, με πολλές θέσεις κενές.
Άλλωστε μόνο μέρος των χρημάτων πηγαίνει απευθείας στους πρόσφυγες. Τα υπόλοιπα επιστρέφουν στην οικονομία. Στους κατασκευαστές κοντέινερ, για παράδειγμα, και σε όσους προσφέρουν υπηρεσίες προς τους πρόσφυγες. Τέλος, τα ποσά που πληρώνει η κυβέρνηση στους πρόσφυγες επιστρέφουν συχνά στην οικονομία μέσω της κατανάλωσης. Ο συνδυασμός όλων αυτών μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική ανάπτυξη.
Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το 2020, οι πρόσφυγες θα προκαλέσουν επιπλέον αύξηση της ανάπτυξης κατά 0,5% ως 1,1%, αν η χώρα καταφέρει να τους εντάξει επιτυχώς στην αγορά εργασίας. Αν ναι, οι πρόσφυγες θα συμβάλλουν στην χρηματοδότηση του γερμανικού κράτους μέσω των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών τους.
Δημοσιεύτηκε στις 2 Μαρτίου, 2016