Το εύρος των περικοπών στις κύριες και στις επικουρικές συντάξεις θα είναι το κλειδί της μιας ενδεχόμενης συμφωνίας των δανειστών με τον υπουργό Εργασίας; Γ. Κατρούγκαλο για το νέο ασφαλιστικό. Οι δανειστές πάντως έθεσαν και θέμα εργασιακού.
Όπως προκύπτει από τις συναντήσεις του υπουργού Εργασίας με το κουαρτέτο, ανοιχτό παραμένει το ακριβές ύψος των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις Η ελληνική πλευρά προτείνει αύξηση των εισφορών υπέρ της επικουρικής ασφάλισης έστω κατά 0,5%-1% (έναντι 1,5% που πρότεινε αρχικά το Υπ. Εργασίας).
Αν κάτι τέτοιο δεν γίνει τελικώς αποδεκτό από τους θεσμούς (σφοδρή είναι η αντίδραση του ΔΝΤ) τότε η μείωση στις επικουρικές συντάξεις θα ξεκινήσει από το επίπεδο των 120 ευρώ.
Το θέμα εντοπίζεται στο πώς θα καλυφθεί το τεράστιο έλλειμμα που παρουσιάζει το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ) από το 2018 έως και το 2024 και το οποίο εκτιμάται ότι θα αγγίξει το 1,2 δισ. ευρώ, ακόμη κι αν οι εκπρόσωποι των δανειστών δεχθούν έστω και μερική αύξηση των εισφορών.
Οι εκπρόσωποι των δανειστών και κυρίως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εμφανίζεται να επιμένει στην εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος, ενώ η κυβέρνηση αντιπροτείνει τον κανόνα βιωσιμότητας, βάσει του οποίου ένα σημαντικό μέρος των ελλειμμάτων μπορεί να καλυφθεί και από την εκποίηση της περιουσίας του ΕΤΕΑ, η οποία εκτιμάται σε 2,5 δισ. ευρώ, ενώ αναμένεται να αυξηθεί, με την ένταξη σε αυτό και των κλάδων εφάπαξ.
Οσον αφορά τα ποσοστά αναπλήρωσης αυτά έχει συμφωνηθεί να ξεκινούν από το 0,77% για την πρώτη 15ετία και να καταλήγουν στο 2% για 40 χρόνια ασφάλισης.
Αποκλείσεις υπάρχουν ακόμα στις ενδιάμεσες κλίμακες των 15-39 ετών ασφάλισης.
Τονίζεται ότι οι μειώσεις στις νέες συντάξεις θα επέλθουν γιατί το αναλογικό- ανταποδοτικό τμήμα της κύριας σύνταξης θα υπολογίζεται με τέτοιο τρόπο, λόγω του ότι ο συντάξιμος μισθός θα καθορίζεται με το μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών στο σύνολο του εργασιακού βίου και κυρίως οι συντελεστές αναπλήρωσης μειώνονται, ώστε η τελική σύνταξη να είναι μειωμένη για όσους συνταξιοδοτηθούν(από τη δημοσίευση του νόμου) από 15% έως 30%.
Παράλληλα η εθνική σύνταξη διατηρείται τελικά στο ύψος των 384 ευρώ αλλά μόνο για όσους έχουν 20 έτη. Από εκεί και κάτω μειώνεται κατά 2% για κάθε χρόνο. Δηλαδή όποιος έχει 15 έτη θα λάβει εθνική σύνταξη 345,6 ευρώ, με 16 έτη το ποσό θα είναι 353 ευρώ, με 17 χρόνια στα 361 ευρώ, με 18 χρόνια στα 368 ευρώ ενώ ένας ασφαλισμένος με 19 έτη ασφάλισης θα λαμβάνει Εθνική Σύνταξη 376 ευρώ.
Επίσης ο νέος τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ θα επιφέρει μειώσεις έως και 20% ( μεσοσταθμικά 10%) στους νέους συνταξιούχους αλλά και σε όσους αποχώρησαν μετά την 1/9/2013 και περιμένουν ακόμα να εισπράξουν την παροχή (62.000 εκκρεμείς αιτήσεις).Κλειδωμένη είναι η μείωση 32% στα ήδη καταβαλλόμενα μερίσματα 290.000 συνταξιούχων του Δημοσίου.
Ακόμη επιβάλλεται εισφορά 20% στο εισόδημα των επαγγελματιών, των επιστημόνων και των αγροτών ( από 1.1.2017).Η εισφορά αυτή θα επιβληθεί σταδιακά έως το 2021 για τους αγρότες (με δυνατότητα επιλογής συντελεστή 16% για τους κατ' επάγγελμα αγρότες με αντίτιμο, όμως, χαμηλότερη μελλοντική σύνταξη).Οι επιστήμονες με εισόδημα έως 55.000 ευρώ θα έχουν έκπτωση έως 50%.Στους νέους επιστήμονες θα επιβληθεί συντελεστής 14% για τα δύο πρώτα χρόνια άσκησης του επαγγέλματός τους και 17% για τρία επόμενα χρόνια.
Πάντως οι εκπρόσωποι των δανειστών έθεσαν και ένα νέο θέμα, αυτό με τις συντάξεις χηρείας. Οι εκπρόσωποι των δανειστών ζητούν να τεθεί το 57ο έτος ηλικίας ως όριο για τους δικαιούχους σύνταξης χηρείας.
Ζητούν δηλαδή (και φαίνεται πως το υπουργείο Εργασίας, προκειμένου να κλειδώσει τη συμφωνία, θα το αποδεχθεί) οι επιζώντες σύζυγοι να δικαιούνται σύνταξη σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, εφόσον είναι από 57 ετών και άνω.
Οι νεότεροι θα λαμβάνουν τη σύνταξη χηρείας μόνο για 3 έτη, ενώ σε περίπτωση ύπαρξης ανήλικων τέκνων η σύνταξη χηρείας θα καταβάλλεται μέχρι την ενηλικίωση των παιδιών, ή σε περίπτωση σπουδών με τη συμπλήρωση του 24ου έτους ηλικίας τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι όποιες παρεμβάσεις θα αφορούν τις συντάξεις για θανάτους που θα επέλθουν μετά την ψήφιση του σχετικού σχεδίου νόμου.
Σήμερα, βάσει των αλλαγών που πέρασαν το 2010, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 70% της σύνταξης του θανόντα. Εφόσον εργάζεται ή συνταξιοδοτείται, το ποσό μειώνεται κατά 50% μετά την πρώτη 3ετία και μέχρι τα 67. Από τα 67 και μετά, το 70% του δικαιούμενου ποσού απομειώνεται κατά 30%.
Αν και οι δύο σύζυγοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι και ο επιζών επιλέξει να λάβει τη σύνταξη του θανόντα, τότε τα χρόνια που θα διανύσει από τότε και στο εξής δεν προσμετρώνται ως συντάξιμα για τη δική του σύνταξη.
Τέλος σημειώνεται ότι οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ ζήτησαν να καταγραφούν στο κείμενο συμφωνίας συγκεκριμένες δράσεις περαιτέρω ευελιξίας στην εγχώρια αγορά εργασίας, με αιχμή τις ομαδικές απολύσεις.
Το 3ο Μνημόνιο προβλέπει ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να ευθυγραμμίσει το πλαίσιο των ομαδικών απολύσεων, των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της συνδικαλιστικής δράσης με τις βέλτιστες διεθνείς και ευρωπαϊκές πρακτικές, έπειτα από διαβούλευση ομάδας εμπειρογνωμόνων με διεθνείς οργανισμούς, περιλαμβανομένης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας.
Δημοσιεύτηκε στις 11 Απριλίου, 2016