Συζητήσεις, που αμφισβητούν ευθέως την πολιτική σταθερότητα στη χώρα προκαλεί το θέμα, που φαίνεται να βάζουν στο τραπέζι ορισμένες πλευρές των δανειστών, για ευρύτερη συναίνεση στα μέτρα που θα συμφωνηθούν στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση.
Η κυβέρνηση αιφνιδιάστηκε μόνον μερικώς από την τροπή, που έχει λάβει το όλο θέμα.
Περίμενε εδώ και κάποιο καιρό ότι τέτοιου είδους απαίτηση θα διατυπώσει το ΔΝΤ, το οποίο είχε κάνει κάποιες σχετικές νύξεις σύμφωνα με πληροφορίες. Δεν είναι δηλαδή στον αέρα η δήλωση του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Μισέλ Σαπέν ότι το ΔΝΤ ζητά τη συναίνεση της αντιπολίτευσης στην όποια συμφωνία, παρότι από το Ταμείο επιχειρήθηκε διάψευση.
Σύμφωνα με πληροφορίες ορισμένα στελέχη της κυβέρνησης, όπως ο Πάνος Σκουρλέτης, αυτό ακριβώς είχαν στο μυαλό τους – τη στάση του ΔΝΤ – όταν έθεταν θέμα για ψήφιση των μέτρων με 180 ψήφους στη Βουλή, πετώντας ουσιαστικά το μπαλάκι στην αντιπολίτευση, αλλά και πιέζοντας το Μαξίμου να κινηθεί σε μία τέτοια κατεύθυνση. Οι δηλώσεις αυτές μάλιστα, ερμηνεύονταν από κυβερνητικές πηγές, ακόμα και ως προσπάθεια να «καούν» τα σενάρια του ΔΝΤ, καθώς η διατύπωση της άρνησης, τόσο από την κυβέρνηση, όσο και από την αντιπολίτευση, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, εκτιμήθηκε ότι θα αποθαρρύνει το Ταμείο από μία τέτοια απαίτηση.
Ωστόσο η δήλωση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι «θα πρέπει οι αποφάσεις να διατυπωθούν νομοθετικά με τέτοιο τρόπο, ώστε να παραμένουν ανεξάρτητες από τα εκλογικά αποτελέσματα», θέτει τη συζήτηση σε νέα βάση και διαμορφώνει νέα δεδομένα. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να προκαλέσει σοβαρές πολιτικές εξελίξεις, ακόμη και να βάλει στο τραπέζι το ενδεχόμενο των εκλογών.
Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι η ΝΔ δεν πρόκειται να συναινέσει αυτή τη φορά, όπως έκανε το 2015, σε συμφωνία που θα φέρει, μετά από μία διαπραγμάτευση, την οποία επέκρινε σκληρά.
Γι’ αυτό και φοβάται ότι εάν οι δανειστές εξαρτήσουν την υπογραφή της συμφωνίας με τη συναίνεση της αντιπολίτευσης θα τεθούν στο σκηνικό εξ αντικειμένου δύο ενδεχόμενα: Ή η αντιπολίτευση, πιεζόμενη κι αυτή από δανειστές και αντικειμενικούς παράγοντες (όπως η ανυπαρξία χρονικών περιθωρίων, ενόψει του κινδύνου χρεοκοπίας της χώρας τον Ιούλιο) θα ζητήσει τη συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας, που θα έχει αποκλειστικό σκοπό την ψήφιση της συμφωνίας, για να μην οδηγηθεί η χώρα στα βράχια, αλλά και με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, ή απευθείας εκλογές, ώστε οι δανειστές να λάβουν την υπογραφή μίας νεοεκλεγμένης κυβέρνησης, της οποίας η θητεία θα «καλύπτει» την εφαρμογή των μέτρων που θα εφαρμοστούν το 2010 και το 2021!
Ακόμα κι αν όλα αυτά μείνουν σενάρια πάντως, η κυβέρνηση έχει έτσι κι αλλιώς μία ανησυχία: Ότι η σχετική συζήτηση πλήττει ευθέως το στοιχείο της πολιτικής σταθερότητας, που θέλει να εμπεδώσει στη χώρα, ως σημαντική πτυχή και όρο της προσπάθειας για την οικονομική ανάκαμψη. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να υπάρξει θετικό κλίμα στην οικονομία και έδαφος για επενδύσεις, όσο καλλιεργείται η πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα, Μέχρι τώρα, σε αυτόν τον ενάμιση χρόνο από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ είχε ίσως το πιο ήρεμο πολιτικό κλίμα στα χρόνια των μνημονίων. Γι’ αυτό και δεν αμφισβητήθηκε ιδιαίτερα ούτε στο πολιτικό, ούτε στο κοινωνικό πεδίο – παρά μόνο δημοσκοπικά.
Με τους οικονομικούς δείκτες των τελευταίων μηνών να παίρνουν την κατιούσα ή έστω να μην δικαιώνουν τις προσδοκίες για ανάκαμψη, η αναζωπύρωση της πολιτικής αβεβαιότητας, είναι το τελευταίο που θα ήθελε η κυβέρνηση και είναι μάλλον ένα στοιχείο, που δεν λάμβανε υπόψη ότι επέλεγε να τραβήξει τις διαπραγματεύσεις σε βάθος χρόνου, παρά τις προειδοποιήσεις ακόμη και δικών της στελεχών.
thema.gr
Δημοσιεύτηκε στις 22 Μαρτίου, 2017